Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2016

postcards from a friend

Μερικες φορες το να μην παιρνεις αυτο που νομιζεις πως χρειαζεσαι, ειναι ακριβως αυτο που χρειαζεσαι. Ετσι καταλαβαινεις. Ετσι γνωριζεις. Εσενα, τους αλλους, τον κοσμο. Ετσι ψαχνεις-και βρισκεις- λυσεις. Ετσι μαθαινεις να αντεχεις τον εαυτο σου οταν νομιζεις πως ολα μεσα συ εχουν ξεριζωθει και τα νιωθεις να καιγονται, να καιγονται σου λεω, κι ομως τελικα παντα κατι συμβαινει και η φωτια σταματαει. Κατι. Με καποιον τροπο καθε φορα την σκαπουλαρεις. Ισως απλα να ναι ο χρονος. Αυτος κυλαει ετσι κι αλλιως, για κακο η για καλο-δεν μπορουμε να ειμαστε απολυτοι με αυτο.
Οταν ολοι τριγυρνανε, τρωνε, πινουν κι εσυ μιζεριαζεις στον καναπε σου ακουγοντας τομ γουεητς (ευχαριστεις και -καποιον- θεο  που τουλαχιστον υπαρχει αυτος)
Οταν ψαχνουν τι να  βαλουν το βραδυ κι εσυ κοιτας στον καθεφτη τους μαυρους κυκλους κατω απ τα ματια σου
Οταν μαζευονται στα ταβερνακια και πηγαινουν σε παρτυ κι εσυ πηγαινεις μονος σου σινεμα
Οταν αγκαλιαζονται κι εσυ κοιτας τα ξεραμενα απ το κρυο χερια σου-παλι ξεχασες να βαλεις κρεμα

Οταν το ''ειμαστε'' γινεται ''ειμαι;''

σε σκεψεις, χωρις

Ηταν εκεινος ο τυπος του ανθρωπου, που τις ημερες που ολοι διασκεδαζαν η γιορταζαν κατι, η βρισκονταν με τους αγαπημενους τους, καθοταν μονος του σ ενα αδειο σπιτι χωρις να διασκεδαζει η να γιορταζει η να εχει αγαπημενους για να βρεθει. 'η που δεν ειχε διαθεση να βρεθει. ηταν εκεινος που ειχε καποτε αγαπημενους πολλους και πια δεν ενιωθε κανεναν αγαπημενο. ή,εστω, νομιζε πως καποτε ειχε. Αναψε ενα τσιγαρο μηχανικα και σταθηκε στο παραθυρο κοιτωντας προς τα εξω, αλλα στην ουσια το κενο. Θα ελεγε κανεις οτι ηταν χαμενος σε σκεψεις. Μα δεν ηταν, ηταν απολτα συγκεντρωμενος στην σκεψη οτι πρεπει ν' αρχισει να σκεφτεται ορισμενα πραγματα ωστε να τα βαλει σε ταξη στο μυαλο του. Αλλα δεν τα σκεφτοταν. Ηξερε οτι οταν ερθει η ωρα τους θα τα τακτοποιησει στο μυαλο του μ' ευκολια, κι ετσι ανεβαλλε συνεχως αυτη τη σκεψη. Αλλα ποτε δεν ερχοταν η ωρα τους, γιατι -εκει κατεληξε μετα απο σκεψεις- επρεπε να τα σκεφτει και να τα βαλει σε ταξη πρωτα ωστε να ερθει στη συνεχεια και η ωρα τους. Βεβαια υπαρχει κατι επισης σημαντικο που δεν αναφερθηκε: δεν ηξερε καν ποια πραγματα ακριβως επρεπε να βαλει σε ταξη, γιατι ακομα και αυτα αρνουνταν να σκεφτει. Απλα ηξερε οτι οταν χρειαστει θα τα σκεφτει.  Αλλα ποτε δε χρειαζοταν. Αναψε ακομη ενα τσιγαρο επισης μηχανικα και συνεχισε να μη σκεφτεται αυτα που σκεφτοταν οτι θα ηθελε καποια στιγμη να σκεφτει.